Οι επιπτώσεις του δημογραφικού στην παγκόσμια οικονομία και τις κοινωνίες, και η ανάλυση των πολιτικών για την αντιμετώπιση της πρόκλησης συζητήθηκαν και παρουσιάστηκαν στα Χανιά κατά τη διάρκεια του 1ου Φόρουμ για το δημογραφικό που διοργάνωσε το Κέντρο Πληθυσμιακής Δυναμικής του ΟΟΣΑ…

Οι επιπτώσεις του δημογραφικού στην παγκόσμια οικονομία και τις κοινωνίες, και η ανάλυση των πολιτικών για την αντιμετώπιση της πρόκλησης συζητήθηκαν και παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου Φόρουμ για το δημογραφικό που διοργάνωσε το Κέντρο Πληθυσμιακής Δυναμικής του ΟΟΣΑ στα Χανιά.
Θέματα των πληθυσμών, δημογραφικές αλλαγές, γήρανση του πληθυσμού, κλιματική κρίση και οι επιπτώσεις των γεωπολιτικών κρίσεων και του ρόλου της μετανάστευσης στην οικονομική ευημερία, βρίσκονται στο επίκεντρο του Φόρουμ, στο οποίο συμμετέχουν διακεκριμένες προσωπικότητες από τον πολιτικό, οικονομικό και ακαδημαϊκό χώρο.
Μεταξύ των κύριων θεματικών του συνεδρίου, ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε σύμφωνα και με τους ομιλητές στις οικονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού και τις δημοσιονομικές πιέσεις που προκύπτουν και που όπως ανέφερε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ, καθηγητής Subu Subramanian από το Harvard, μία από τις χώρες που έχει δεχτεί πιέσεις ποικίλες έιναι και η Ελλάδα.

Όπως αναφέρθηκε, η Ελλάδα είναι μία χώρα που έχει βιώσει βαθιές αλλαγές και είχε μετανάστες, έχει μετατραπεί σε χώρα που υποδέχεται πολλούς μετανάστες και πρόσφυγες. Από το 1990 μέχρι το 2020 αυξήθηκε 2,5 φορές ο αριθμός των ανθρώπων που φτάνουν στην Ελλάδα.
Παράλληλα, η γήρανση του πληθυσμού, που είναι μία πολύ σημαντική έννοια για τον ΟΟΣΑ επηρεάζει την Ελλάδα με το δεδομένο ότι τα άτομα των 65 ετών αποτελούν περίπου το 18% του πληθυσμού, ως μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ ποσοστό το οποίο από το 1960 μέχρι το 2022 διπλασιάστηκε. Μάλιστα οι προβλέψεις κάνουν λόγο για περαιτέρω αύξηση μέχρι το 2060 φτάνοντας στο 20%.
Η τεχνολογία, η επιστήμη και η ψηφιακή εξέλιξη βοήθησαν, σύμφωνα με τον γ.γ. του ΟΟΣΑ, να αυξηθεί το όριο ηλικίας κατά 6 χρόνια για τις ηλικίες άνω των 65, από το 1970 και με βάση τα τελευταία στοιχεία και τα δεδομένα ένας άνθρωπος σήμερα 65 ετών αναμένεται να ζήσει σίγουρα μέχρι τα 85 του χρόνια.
Επίσης επισημάνθηκε πως η γήρανση των πληθυσμών είναι απότοκο της μείωσης των γεννήσεων δίνοντας το στοιχείο ότι, στις χώρες του ΟΟΣΑ, από 3,3 παιδιά που γεννιόντουσαν το 1962, σήμερα φτάσαμε στο 1,5 παιδιά, σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ ποσοστό που είναι κάτω από το όριο 2,1 γεννήσεων και το οποίο μπορεί να διασφαλίσει την ανανέωση του πληθυσμού.
Το σημαντικό τόσο για τον ΟΟΣΑ όσο και για την Ελλάδα όπως υπογραμμίστηκε, είναι να υπάρξουν συνεργασίες, ανταλλαγή στοιχείων και πληροφοριών, που θα βοηθήσουν στη χάραξη πολιτικών.
Επιπλέον αναφέρθηκε ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα πολύ αρνητικό δημογραφικό ισοζύγιο και αυτό σχετίζεται κυρίως με κοινωνικούς λόγους, οικονομικούς λόγους και το πόσο στηρίζει η πολιτεία την οικογένεια.
Την ίδια ώρα έχουμε και το ισοζύγιο της μετανάστευσης, με περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι στη διάρκεια της κρίσης έφυγαν, ενώ παλαιότερα στην δεκαετία του 1990 είχαμε ενσωματώσει ως Ελλάδα, σχεδόν 1 εκατομμύριο ανθρώπους.
Όσον αφορά το δημογραφικό, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας δήλωσε πως ο πληθυσμός στη χώρα θα μειώνεται, κάτι το οποίο σημαίνει ότι θα πρέπει να προσαρμόσουμε το σύστημα εκπαίδευσης, το σύστημα υγείας, το σύστημα μακροχρόνιας φροντίδας για τους ανθρώπους οι οποίοι θα είναι πολύ μεγάλης ηλικίας.
Αν κάτι αλλάξει θα φανεί όμως, αφού περάσουν τα επόμενα περίπου 15 χρόνια που μπορεί να αναστραφεί αυτή η πορεία και ο πληθυσμός σιγά-σιγά να αρχίσει να ανεβαίνε καθώς όπως είπε, είμασταν 11 εκατομμύρια και πήγαμε στα 10,5 ενώ η τάση είναι να πάμε προς τα 9 εκατομμύρια.