Το Τμήμα Ανατολικής Κρήτης του ΤΕΕ καταγγέλλει τις πρακτικές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Ηρακλείου κατά τη διαδικασία έγκρισης εκσκαφών και οικοδομικών έργων, που οδηγούν σε προβλήματα και σοβαρές καθυστερήσεις…

Το τελευταίο διάστημα οι πρακτικές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Ηρακλείου κατά τη διαδικασία έγκρισης εκσκαφών και οικοδομικών έργων, προκαλούν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στους μηχανικούς.
Σύμφωνα με το Τμήμα Ανατολικής Κρήτης του ΤΕΕ, η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει επεκτείνει αυθαίρετα τους μορφολογικούς ελέγχους και πέραν του πρώτου οικοδομικού τετραγώνου περιμετρικά των αρχαίων τειχών.
Ενώ τυπικά, η αρμοδιότητά της περιορίζεται σε περιοχές άμεσου ενδιαφέροντος, παρατηρείται ότι οι έλεγχοι επεκτείνονται σε μεγαλύτερες αποστάσεις, μέχρι και στο δεύτερο ή τρίτο οικοδομικό τετράγωνο. Αυτό, σύμφωνα με τους μηχανικούς, γίνεται χωρίς να υπάρχει σαφής νομική βάση για τέτοια επεκτατική προσέγγιση.
Όπως τονίζουν, για την έγκριση των σχετικών εργασιών από την Αρχαιολογία, ακόμα και σε κτίρια που βρίσκονται σε αποστάσεις πέραν του πρώτου οικοδομικού τετραγώνου από τα τείχη, απαιτείται η γνωμοδότηση του Τοπικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Η διαδικασία αυτή προκαλεί σημαντικές καθυστερήσεις, με τον χρόνο αναμονής να υπερβαίνει συχνά τους 8 μήνες.
Σύμφωνα με το ΤΕΕ/ΤΑΚ, η αδυναμία γρήγορης επίλυσης αυτών των ζητημάτων δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στους μηχανικούς, τόσο επαγγελματικά όσο και οικονομικά.
Επιπλέον, τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται από την Αρχαιολογία για τον έλεγχο των κτιρίων είναι συχνά υποκειμενικά και δεν βασίζονται σε σαφείς νομοθετικές προβλέψεις. Αυτή η αβεβαιότητα, όπως αναφέρουν οι μηχανικοί, καθιστά δύσκολη την προβλεψιμότητα των αποτελεσμάτων των ελέγχων και ενισχύει την αίσθηση αυθαιρεσίας.
Επ0ίσης, επισημαίνουν και το παράδοξο, με κτίρια που έχουν ήδη ελεγχθεί και εγκριθεί από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής, επανελέγχονται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία κι αυτή η επανάληψη δημιουργεί περιττή γραφειοκρατία και καθυστερήσεις.
Η ανακοίνωση-καταγγελία του ΤΕΕ/ΤΑΚ καταλήγει ως εξής:
«Τόσο η Υ.ΔΟΜ. Ηρακλείου όσο και το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής συμφωνούν ότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία δρα καταχρηστικά και με τρόπους που δεν δικαιολογούνται από τις νομοθετικές της αρμοδιότητες.
Η έλλειψη σαφών κριτηρίων και προδιαγραφών ελέγχου, σε συνδυασμό με τον απαράδεκτο χρόνο αναμονής, δημιουργούν τεράστια ταλαιπωρία στους μηχανικούς, που προσπαθούν να εξασφαλίσουν ακόμα και τις πιο απλές εγκρίσεις εκσκαφών.
Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι αδιαμφισβήτητης σημασίας, ωστόσο αυτό πρέπει να γίνεται με σεβασμό στις διαδικασίες και χωρίς να παραβιάζονται τα δικαιώματα των επαγγελματιών».